
μέρος 1ο
γνωστή γη
if a fiddler played you a song, my love
and if I gave you a wheel,
would you spin for my heart and loneliness
would you spin for my love?
Tim Buckley, Phantasmagoria in Two
η σοφίτα
έχει ανοίξει η πόρτα
από 'κείνο το μικρό αποθηκάκι
της σοφίτας
που μέσα φυλάει
ξύλινα παιχνίδια
θεατρικά, τραγούδια, παραμύθια
κι όταν σε κοιτάζω
βρίσκομαι πάλι παιδί
θαυμάζω
τα καλλιτεχνήματα,
τους ήχους,
τα συντρίμμια
το χορό που στήνουν τα ξύλινα
παιχνίδια
σκηνές θεάτρου, εικόνες, εικασίες
γελοιότητες
σχήματα παιδικότητας
το απλό, το αληθές, το απτό
(ακούω τους ήχους)
στο γελοίο, στο ασταθές, το παλιό
στο γύρο του κόσμου
ξεχείλισαν...
νιώθω σα να βρήκα το κλειδί
για το μικρό μου αποθηκάκι
στη σοφίτα.

θαυμασμός ἤ ἀπορία
μου θυμίζεις παλιά
παιχνίδια θεάτρου
είσαι όμορφος
μου θυμίζεις τον ήλιο
ακτίνες ηλιόφωτος
το απόγευμα
γραμμές σχεδίου
και χρώμα σε λευκά χαρτιά
που απορροφάνε
απορροφώ κι εγώ
το φως
και φέγγω
έγραψα κάπου πως το φεγγάρι
είναι η ηλιακή παρηγοριά του ήλιου
κάποτε νιώθω φεγγάρι
περιπλανώμενος ταξιδευτής
συνήθως νιώθω ήλιος
που φέγγει
χαίρομαι, όμως, που και που
να αντανακλώ το φως σου.
driveby/ συμπάθεια
θα σε παρακαλούσα
να μην προσπεράσεις
βρεθήκαμε στην ίδια γη
στον ίδιο τόπο
τυχαία
λεν' δεν ήταν
βρεθήκαμε μαζί
κρίμα να χαθεί η ανταρσία
κρίμα να χαθεί η παρουσία μας
στη γη
τώρα που βρεθήκαμε
μην προσπεράσεις
μην ευχηθείς
απλώς πλησίασε
και άγγιξέ με
έχω το χέρι μου μετέωρο
για να κάνεις μισή διαδρομή
μισή απόσταση
κι άλλη μισή
για σένα
λιγοστή απόσταση
για σένα
την αισθάνομαι ανύπαρκτη
τη νιώθω κομβική
η απόσταση
είναι ψευδαίσθηση
είναι φτιαχτή
γιατί σε συνάντησα και με συνάντησες
στη γη
κρίμα να προσπεράσει.
pennyroyal tea.
δε θέλω υποκλίσεις που προορίζονται
για
βασιλείς
υποκλίσεις σοβαρές
καθώς πρέπει
μόνο
θεατρικές υποκλίσεις
κωμικές
αυτές έχουν το πιο ωραίο
σχήμα
υποκλίνομαι
και υποκλίνεσαι κι εσύ μπροστά μου
- χαμογελάμε με νόημα
βαθιά συμπάθεια
σκαρφισμένος σεβασμός
απτή
ειλικρίνεια.

με είπαν μικρό πρίγκιπα
με είπαν μικρό πρίγκιπα
αλλά δεν ήξερα το δρόμο
πλανήθηκα στην έρημο
καιρό
πλανήθηκα στους δρόμους
που πέρασαν τα μάτια σου
- περάσματα οι δρόμοι για τα μάτια σου
Χάρτες, όπως λέγανε κάποτε
και αστέρια
με είπαν μικρό πρίγκιπα
κι ας ήμουν
μονάχα
περιπλανητής
μη μου φοβάσαι,
δεν έχω χαθεί
κάποτε δε θα αργήσω
με είπαν μικρό πρίγκιπα
και τα βράδια γυρίζει το φεγγάρι
κάποτε
περιπλανώμενος πρίγκιπας
στη γη σου
δε θα αργώ πια.
περιπλανώμενος πρίγκιπας
τα ξεχασμένα παραμύθια
δε λησμόνησα
τα τραγουδώ ακόμα
τραγουδάν κι εκείνα
μέσα μου
τα παλιά παραμύθια
που γυρίζουν γύρω από το καφέ
το απόγευμα
παίζουν σ' ένα παιδικό δωμάτιο
στριφογυρίζουν στη σοφίτα
και στα χρώματα
πάντα στα χρώματα
στο χρώμα μου
τα παλιά παραμύθια
«εδώ Λιλιπούπολη»
και σε θυμάμαι
Σε θυμάμαι τόπε των παραμυθιών
σε θυμάμαι καβαλάρη
σε θυμάμαι ταξιδιώτη των καιρών
- ο πρίγκιπας
και ο τόπος
(πάντα ο δρόμος)
Φεγγάρι μου,
συνάντησα προχθές περιβάτη
που περπάτησε στη γη τους.

εγγύτητα
αν ήσουν πλάσμα άλλο από άνθρωπος
πιστεύω θα ήσουνα κύκνος
όμορφος, ξεχωριστός
με ευγένεια και ευαισθησία
στις κινήσεις
αν ήσουν ελάφι
θα ξεπρόβαλλες απογεύματα
σε ξέφωτα
(ξεπρόβαλλες)
πλάι στα παλιά μεγάλα δέντρα
αργούς κύκλους έκανες
γύρω από το κορμί μου
ενώ έπαιζα τον αυλό
εκεί κάτω απ' το δέντρο
(για να νιώσεις οικεία
να ξεμυτίσεις)
κι όλο ερχόσουνα μετά το μεσημέρι
με τριγύριζες ευγενικά
για να νιώσω οικεία
να ξεμυτίσω
να παίξω μουσική
(παίζω πάντα μουσική
όταν είσαι κοντά
ηχώ...)
και έρχεται σούρουπο
και έρχεσαι και κάθεσαι
κοντά μου
ακούς
ξαπλώνεις δίπλα μου
και ζεσταίνουν οι μέρες μας
απ' την εγγύτητα
γιορτή
εκεί που πέφτει τ' όνειρο
με μάτια που αναζητούνε την ελπίδα
και σκάει το φως από τ' αστέρια
στο μικρό κύκλο που φτιάξαμε
στο μικρό μας όνειρο από πολύχρωμες σκιές
και φαντασμαγορικά σκίτσα
στο χαμογελό μας από αληθινές ματιές
και νεανική σοφία
στο όνειρο ταξιδεύουμε
γιατί βρήκαμε απρόσμενα πως είναι... αληθινό
(πολύτιμο)
και είμαστε πάντα εκεί
δίπλα-δίπλα
αυτοσχέδια μεταξύ μας
καλεσμένοι
πάντα εκεί
για να ξέρεις πως γέλασα
πάντα εκεί για να ξέρω ότι φέγγεις
πάντα εκεί για να ξέρεις πως έρχομαι
πάντα εκεί για να ξέρω ότι δεν φεύγεις
πάντα εκεί για να ξέρω ότι χαίρεσαι
πάντα εκεί για να βλέπεις πως ακόμα παίζω
για να βλέπω πως αποκοιμήθηκες
και να ξέρεις πως με είδε ο ήλιος
- για να βλέπεις πως δεν ξύπνησα εχθές τρεις φορές,
και να ξέρω ότι δεν πίστεψες πως σε γελάσαν
μεταξύ μας ειδωμένοι στο ξέφωτο, απόγευμα
εγώ να δέσω τα χέρια σου
κι εσύ να μου ράψεις την πλάτη.

κατοικείς πλέον εκεί που ξεκινάει το γέλιο.
μέρος 2ο
γέλασμα
O the new children dance - I am young
All around the balloons - I will live
Swaying by chance - I am strong
To the breeze from the moon - I can give
Painting the sky - You the strange
With the colors of sun - Seed of day
Freely they fly - Feel the change
As all become one - Know the way
Tim Buckley, Goodbye and Hello
για λίγο/ long time coming
έφτασα στην άκρη του δρόμου
στάθηκα
απέναντι ένα δέντρο
οι απόηχοι ακούγονταν ακόμα πίσω μου
κάπου σχεδόν με έφτασαν
με έθαψαν - σχεδόν
οι ήχοι
οι κραυγές τους
τα χέρια
(πόσο άλλοτε αγαπάω τα χέρια
εκείνα, τα άλλα
ήρεμα, γνώριμα, φιλικά)
είμαι στην άκρη του δρόμου
απέναντι από ένα δέντρο
και στέκομαι
η ανάσα μου θα με φτάσει σε λίγο
την περιμένω
κάπου στο δρόμο χαθήκαμε
- χωριστήκαμε
αγχωθήκαμε πως άφησε η μία την άλλη πίσω
αλλά έρχεται
το ξέρω
αγχώθηκα, πόνεσα, τρόμαξα
με εμπιστεύεται κι αυτή
η ανάσα μου
πόσο ακριβά σε χρέωσαν
πόσο ακριβά μας χρέωσαν
καρδιά μου
κι εγώ πλήρωσα
- δε λήστεψα
και έκλαψα
(έκλαψα, μάτωσα, έρεψα
έραψα)
για σένα θα το 'κανα ξανά
- δεν πάω πίσω
όχι
στην άκρη του δρόμου
τελειώνει η μέρα
και είναι ήρεμα
δεν αναγνωρίζω το μέρος
δεν ξέρω κανέναν δεν περνάει ψυχή
ούτε ένα αυτοκίνητο
και ο ήλιος δύει
ποτέ δεν ένιωσα τόσο ασφαλής
όλα είναι πίσω
κι εγώ είμαι γύρω
(δεν ξέρω κανέναν)
κοντά στο δέντρο
θα κοιμηθώ λίγο
κάθομαι και κοιτάζω
το κενό
τον απέραντο
οδηγό
τον γνώριμο φίλο
- τον γνώριμο οδηγό και απέραντο φίλο
κοιτάζω τριγύρω
αναπνέω
- ήρθε
θα αποκοιμηθώ
γύρω μια γνώριμη μουσική
(μέσα μου)
ήρθε η ώρα να αποκοιμηθώ
για λίγο
τα λιμάνια ντύνονται χρυσά
και φέγγουν
- δεν περιμένω κανέναν πια
Αλκυόνη.

πορτοκάλι
σου δίνω ένα πορτοκάλι
ως ένδειξη συμπάθειας
ως πρόταση επίγνωσης
- κατανόησης
... ως υπόνοια
σου δίνω ένα πορτοκάλι
γελώντας
- χαμογελώντας
για τα μάτια σου...
να προσέχεις τα χέρια σου.
ένα πορτοκάλι...
- μεταξύ κατεργαρέων
ειλικρίνεια.
ηλιακή παρηγοριά
έχεις φάει όλο το χειμώνα
να φροντίζεις ένα ξεραμένο κήπο
γιατί ξέρεις πως το καλοκαίρι
θα έχεις ένα μπαχτσέ
και πάνω που έρχεται ο Μάιος
και τα φύλλα στα δέντρα έχουν ξεμυτίσει
- ζήτησαν απ' τον Απρίλιο να τα φροντίσει
(τα πρόσεξε)
κι ας τον είχαν οι ντόπιοι κάποτε
παρεξηγήσει-
ντροπαλά (αγαπησιάρικα θα λέγαμε)
ξεπροβάλλουν
- ετοιμάζονται κιόλας οι πρώτοι καρποί!
έρχεται Ιούνιος
έφαγες όλο το χειμώνα
έφτασες στο σημείο
του γυρισμού
τώρα έχεις τους πρώτους καρπούς
και καλό καιρό να κάτσεις έξω στον κήπο
το αεράκι δροσερό
συντροφεύει τους ήχους
τους φιλοξενεί
κι όταν όλα είναι έτοιμα
εσύ φεύγεις
γιατί σε κάλεσαν και πρέπει να πας
στην πόλη
αναμενόμενο ταξίδι,
μη ορισμένου χρόνου
προβλεπόμενο
- έχεις συνηθίσει
είχες συμφιλιωθεί
είχες ξεμυτίσει
και τους αγάπησες, σε είχαν αγαπήσει
φτιαχτή (ουσιαστική) οικογένεια
και ο χρόνος ορίστηκε
- εξορίστηκε
από τον όροφο του ρεαλισμού
και την επιφανειακή προτροπή του παράλογου
που του έδειξε τη σκάλα για το ισόγειο
έτσι είναι η σύμβαση του
καθημερινού
λες και ήξεραν τι εστί χρόνος
λες και ήξεραν τι είναι ο χρόνος
τι θαυμαστός
τι περιπλανητής
τι κωμικός!
τι σοφός
τι παιχνιδιάρικος
και ευγενικός
ευγενής και ατέλει(ωτ)ος
και - μέσα στις ιστορίες και τα γέλια του-
γνώστης και
μουσικός
και οι άλλοι του δείχνουν τη σκάλα
προβλέψιμο
λογικό να χαμογελάει στον εαυτό του
κατεβαίνοντας
πίσω στην πόλη
κάποιοι θυμούνται ακόμα τι γεύση έχουν τα
φρούτα
(για τα λόγια των δέντρων
δε θα βρεις κανέναν να υποσχεθεί)
κάποιοι, όμως, θυμούνται
ο χρόνος ξέρει τι εστί βάθος
και σπιρτόζικα χαμογελάει
- ανεπαίσθητα οριακά-
σαν βγαίνει απ' την πόρτα
και βλέπει πως κοιτιούνται στο δρόμο
δύο άνθρωποι που μείναν παιδιά
ξέρουν τον ήλιο
και να ακούν τη λαλιά
κοιτάζονται
- οι σκιές τους είναι ήδη αγκαλιά.
.jpg)
συν + πέρασμα
κοιτάζω τριγύρω
είναι παράξενα στη Δύση
ο δρόμος απέραντος
δεν τελειώνει
- πάντα η ακτή
τα νερά ντύνονται με αστέρια
γίνονται κήποι λογισμών και
ξεγελιούνται
ξεγελάν
γιατί θυμούνται
το νήμα
η κόκκινη κλωστή
- το βήμα!
είναι παράξενα να στέκεσαι
στη δύση.
παλιό σενάριο
τελευταία μέρα του Ιούνη
απόηχοι από κάποιο παλιό κενό
κάποιο παλιό σενάριο
τον στόλισαν
ευχές για κάποιο άλλο
σημείο
φτάνουμε στη μέση της αρχής
από ένα καλοκαίρι
που καμώθηκε πολλά υποσχόμενο
ποιος γέλασε ποιον;
το καλοκαίρι πάντα φτάνει ακέραιο
πάντα συμπονετικό
κόβω ένα ροδάκινο από τόπο γνωστό
και σκέφτομαι πως τα χρώματά του είναι
το πιο κοντινό που θα βρω σε ηλιοβασίλεμα
4 η ώρα το ξημέρωμα
το μάτι πονάει τεντωμένο
το κεφάλι μου στο σεντόνι
όμορφο σώμα, γνώριμο, κουρασμένο
κοιτάζω τις πλαγιές στο μπλε κάτω σεντόνι
στο ίδιο επίπεδο με τα μάτια μου,
που ξέρουν τις πληγές
κοιτάζω τους μπλε λόφους
που μοιάζουν με κύματα
μες στη σιωπή
σκέφτομαι πως είναι το πιο κοντινό που θα φτάσω
σε θάλασσα
άλλο ένα καλοκαίρι του τρελού
σαν να μην έχω άλλα τραγούδια
είμαι το πιο κοντινό που θα έχω
σε θάλασσα
δε με τρομάζει.
...τραγούδι για τον Ιούνιο.
ποτέ δεν ζωγράφισα δέντρο με δύο κορμούς
ποτέ πριν δεν έτυχε
ένα δέντρο
μάλλον
με κορμό στα δύο
και τώρα ακούγεται σχισμένο
οι σχισμές...
πόσες μετράς στα χέρια σου;
πόσες μετράς
στο δικό σου κορμό
το δέντρο μου δεν είναι σχισμένο
αλλά έχει ένα διπλό κορμό
σα να 'ναι διπλός δρόμος
και τώρα οι μεταφορές γίνονται κωμικές
μιας και αντανακλούνε
(ή αντικατοπτρίζουν;)
το παρόν
φίλε μου, πόσες στροφές χωράν σε τρεις τελείες;
βασίλισσα είπε
απλά αγάπα με σήμερα
βασιλείς και πρίγκιπες
ξέρω το δρόμο στο ποτάμι
πλάι στο δέντρο φύτρωσαν δυο λουλούδια
άγρια
ξερόχορτα κόβουνε το δέρμα
έχω ένα φλουρί και το γυρίζω στον άνεμο
για σένα
ο Ιούνιος έφτασε πάλι
κι όλα είναι πέρα
όλα είναι εδώ
όλα είναι terra
γελώ (πως)
το φλουρί μου φεγγίζει στον αέρα
ο Ιούνιος έφτασε πάλι
ένα παιδί με κοιτάει και γελά
(χαμογελάει)
ζωγράφισα ένα δέντρο με δύο
κόσμους.
βρέχει σήμερα στο δέντρο μου
κι απ' τον Ιούνιο λείπει ένα γράμμα.
(ο Μορφέας κάτω απ' το δέντρο καθιστός
σκαλίζει)
ο Ιούνιος στέκεται πλάι του
ράβει ένα παιδικό
παιχνίδι.

μέρος 3ο
γνώστες και μάγοι
Prefer a feast of friends to the giant family.
Jim Morrison
και αναρωτιούνται
- απορούν
γιατί ο Ορφέας κοίταξε πίσω.
a rarity of shorts.
λοιπόν, αντίο
γιατί δεν μπορώ να το πω
και δε θέλω
γιατί δεν το εννοώ
το εννοώ, όμως, όταν λέω
πως είσαι σαν το αγαπημένο μου βιβλίο
δεν μπορώ να πάω πίσω
σε ένα καιρό που δεν το έχω διαβάσει
σε έναν καιρό που δεν έχουμε μεταξύ μας
γνωρισθεί
(και δεν θα το ΄κανα, γιατί πόσο νόημα έχει
περίσσιο τώρα η μέρα μου...)
δεν μπορώ να ζήσω στον κόσμο του
(αυτό καθίσταται σαφές νωρίς και στα παιδιά)
- και πόσο επιμένουμε στους μαγικούς μας κόσμους
δεν μπορώ να μπω δια μαγείας στη σελίδα
μέσα να χωθώ (να χαθώ)
αλλά λίγο με νοιάζει
λίγο με νοιάζει
γιατί
ζει εκείνο στο δικό μου
έχει μπει (δια μαγείας;) στον κόσμο μου
και τ' αγαπάω
τόσο που
δεν έχει σημασία
η μορφή, το σχήμα, η αλητεία
γιατί είσαι σαν το αγαπημένο μου βιβλίο
και σ' αγαπώ.

φεγγάρι καλοκαιριάτικο
έχω πάρει όλους μου τους εαυτούς
απ' το χέρι
και πηγαίνω μαζί τους
γιατί κανείς δεν ήταν μαζί τους
έχω πάρει το χέρι
των εαυτών μου
και το κρατώ
τους οδηγώ
σε μέρη που εκείνοι με πήγαν πρώτα
σειρά μου τώρα
γιατί κουράστηκαν
γιατί κουράστηκα
είναι καλοκαίρι πάλι
και το φεγγάρι γελάει παιχνιδιάρικα
γιατί ξέρει
με έχει καταλάβει
- χαμογελώ
σταματώ να του κλείσω
το μάτι.
η άγκυρα/ ταξίδι στην επιφάνεια
αν το συναίσθημα είναι θάλασσα
βρίσκεσαι 20.000 λεύγες κάτω
(εγώ τώρα βλέπω την επιφάνεια)
μη με τραβάς άλλο
δε σε τραβώ
δεν προσποιούμαι πως ανεβαίνουμε
έχεις βρει μία άγκυρα κι έχεις πιαστεί
την έχεις αρπάξει
σφιχτά
και στέκεσαι
κλαίγεσαι
βλέπω την επιφάνεια τώρα
σε λίγο θα νιώθω τον αέρα
- κοίτα, ο ήλιος!
(όπως τον θυμόμουνα)
δεν σε κουβαλάω πια
μαζεύω το χέρι
ανεβαίνω
στην επιφάνεια
αντίο
αν αποφασίσεις, άσε την άγκυρα
κολύμπα κι εσύ προς το γαλάζιο
έχεις όλα τα άκρα σου.

κέντημα/ στη μάνα μου
με έκλεψες
και ήρθα να πάρω τον εαυτό μου πίσω.
άφησα τον τόπο μου
κλωνάρια
και τώρα βρίσκω δέντρα
εκεί που με έκλεψες
άφησα το τόπι μου
στα χορτάρια
και τώρα το βρίσκω μπερδεμένο
στις ρίζες τους
τσαλακωμένο
βουρκωμένο
με έκλεψες
κι εγώ σε άφησα
γιατί έβλεπα πως πονούσες
και νομίζεις πως δεν ξέρω, πως δεν βλέπω
χαλάλι σου
χαλάλι σας όλων
γιατί στον τόπο μου οι άνεμοι
δεν παύουν
δε σκάβουν
μόνο χαϊδεύουν
μόνο μπλέκουν τα μαλλιά μου
και ακούν
τα έκοψα τα μαλλιά μου
και τώρα ξεφυτρώνουν πάλι
στο σημείο που έκλεψες
μα,
σε κατάλαβαν
σε κατάλαβα
σε απροσδιόριστο, ασήμαντο σημείο
γιατί ο χρόνος,
μόνο ο χρόνος
(είναι σπουδαίος,
είναι θαυμάσιος!)
δεν απαντάει σε καιρούς
δεν απαντάει σε τόπους
μόνο γεύεται
και γελά
μας προσκαλεί να χορέψουμε
γύρω από τα παλιά,
μεγάλα δέντρα
είμαι δέντρο
και σπόρος
είμαι ο τόπος
και ασημί φυλαχτό
(γεια σου φεγγάρι μου)
με λένε
Μυρτώ.
«χάρη»
να σου ζητήσω μια χάρη
αν θες,
να μου φέρεις εκείνη τη γοργόνα
που είχα πάνω από το κρεβάτι μου
στην Κέρκυρα
εκείνη τη γοργόνα της Σταυρούλας
που έφευγε σε ταξίδια μακρινά
- κάποτε δεν την έπαιρνα χαμπάρι
γύριζε μέσα στο γαλανό
και τριγυρνούσε
κοιμόμουν, κάποτε
έφερνε με τον ίσκιο της
θησαυρούς και μπιχλιμπίδια
απ' το βυθό
εκείνη η γοργόνα της Σταυρούλας
να βουτάει στο κενό.
(δε στο ζήτησα,
ξεριζώθηκε η μία απ' τις δυο μας)
ήταν αρκετό.
το κουράγιο ήταν παιδί της ελπίδας
μέχρι που
ανεξάρτητο-ποιήθηκε.
το καλοκαίρι μετά
δύσκολο καλοκαίρι
απαιτητικό
κι όμως, μέσα στη σκληρότητά του
ευγενές
μου πρόσφερε το χρόνο του
τον καλοκαιρινό του χρόνο να μαζέψω
τα κομμάτια μου
να μαζέψω τον εαυτό μου
που ήταν διάσπαρτος
αποκομμένος
καρποφόρα αναζήτηση
εν γνώσει μου
-
φόρεσες γυαλιά πρεσβυωπίας εφέτο
μου λες πως γέρασες
(μικρή θα προσπαθούσα να σε πείσω για το αντίθετο)
τώρα απλώς φιλοφρονώ τα γυαλιά σου
τα χαίρεσαι
φρονώ πως είναι όμορφο πράγμα.
χαρακτήρες γνώριμοι
σε αέναο έργο
-
ξέρω πως θέλεις να γεράσεις
- έτσι μου λες
εγώ δεν ήθελα
πάντα έλεγα στον εαυτό μου πως θα πεθάνω νωρίς
και τότε μέσα σ' εκείνο το σπίτι
δε φοβόμουν
(δες, μεγάλωσα)
δε με 'νοιαζε
γιατί θα έφευγα
θα τα κατάφερνα
ως την ακτή
να φτάσω
έξω
πέρα απ' το σπίτι
το σπίτι
το σπίτι
αέναο, ατελείωτο, αρπακτικό
- σπαρακτικό
το τελείωσα.
μου λες πως θέλεις να γεράσεις
κάπως μοιάζουμε σε αυτό
ζητάμε...
η συμφιλίωση
ανύπαρκτη απαίτηση, γενναιόδωρη προσφορά
μηδενισμένη προσδοκία
ο Παυλίδης λέει
«τώρα αρχίζω και θυμάμαι»
τώρα, λοιπόν, αρχίζω και θυμάμαι
θυμάμαι κι εγώ
τα ρήματα σε -άω
ζητάω, τολμάω, νικάω, γυρνάω, αναζητάω
αγαπάω
"I'd rather be a sparrow", than a slain.
σαν προσευχή
(ως υπόσχεση)
κέρδισα (σ)τη ζωή μου
περήφανος κλέφτης
ειλικρινές παιδί.
-
τελειώνει τούτος ο Αύγουστος
συμπονετικός όπως άλλοτε
- το καλοκαίρι ακέραιο όπως πάντα
λες «έπρεπε να ερχόσουνα»
λες και δεν έδωσα μια ζωή να περιμένω
λες, Μυρτάκι
έπρεπε να ερχόσουνα
λοιπόν, δεν ήρθα
«γέρασα»
(γέλασα!).
είμαι το πιο τρελό μου όνειρο
και κόντεψαν-
να με ξυπνήσουν.